Στις 18:00 θα πραγματοποιηθεί γνωριμία με τη συλλογικότητα και συζήτηση με όσα άτομα ενδιαφέρονται να γίνουν μέλη της. Στις 19:00 θα ακολουθήσει φεμινιστικό καφενείο με θέμα “Η οικογένεια και τα έμφυλα στερεότυπα που αναπαράγει”.
** Στον χώρο κατά τη διάρκεια του καφενείου θα λειτουργεί μπαρ και θα υπάρχουν ζεστά ροφήματα.
Χθες το βράδυ, Παρασκευή 14.11.2025, αναρτήσαμε πανό στην Καμάρα, ως ένδειξη αλληλεγγύης στα δύο άτομα που δέχτηκαν ομοφοβική επίθεση την προηγούμενη εβδομάδα στην Θεσσαλονίκη.
Βρισκόμαστε σε μία εποχή που τα άτομα με μη ετεροκανονικές ταυτότητες, έπειτα από δεκαετείς αγώνες ενάντια στις διακρίσεις που υφίστανται, διεκδικούν την ορατότητα τους στον κοινωνικό ιστό. Κοινώς διεκδικούν το αυτονόητο, να μπορούν να εκφράζουν την ταυτότητά τους ή την τρυφερότητά με τους συντρόφους τους στο δημόσιο χώρο όπως ακριβώς και τα άτομα που εμπίπτουν στα πρότυπα της ετεροκανονικότητας. Και ενώ επιτέλους αυτό γίνεται αποδεκτό από μεγάλη μερίδα της κοινωνίας, ταυτόχρονα συντηρητικές και φασιστικές μειοψηφίες προσπαθούν να επιτεθούν σε όσα με αγώνες έχουν κατακτηθεί.
Οι επιθέσεις αυτές έρχονται σε μία περίοδο όξυνσης του κοινωνικού εκφασισμού η οποία εκπορεύεται από τα πάνω και διαχέεται στη βάση. Καλούμαστε να απαντήσουμε σε επιθέσεις που δέχονται κουήρ άτομα και να μιλήσουμε και πάλι για τα αυτονόητα, δηλαδή για την ελευθερία, την χειραφέτηση και την αυτοδιάθεση των ατόμων.
Να μην αφήσουμε χώρο σε όσους διασπείρουν το μίσος μεταξύ των καταπιεσμένων.
Καμία ανοχή σε ομοφοβικές και φασιστικές επιθέσεις.
Να γίνουμε το ανάχωμα ενάντια στις επιθέσεις που γεννούν η πατριαρχία, ο φασισμός και το κράτος.
Στεκόμαστε η μία δίπλα στο άλλο μέχρι όλα να περπατάμε στον δρόμο χωρίς φόβο.
Παραθέτουμε την καταγγελία των δύο γυναικών που δέχτηκαν την επίθεση.
«Στην Ελλάδα του 2025, στη Θεσσαλονίκη, δύο λεσβίες/κουήρ άτομα πιαστήκαμε για λίγο αγκαλιά περπατώντας στον δρόμο. Ήταν αρκετό για να πετάξουν με φόρα νερά πάνω μας μέσα από ένα ανοιχτό παράθυρο αυτοκινήτου που πέρασε γρήγορα δίπλα μας και έφυγε, ενώ μας έβρισαν γελώντας.
Αν εμείς, γυρνώντας από το Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, δύο λευκά άτομα, στερεοτυπικά “καλοντυμένα”, δεχτήκαμε με τόσο κάζουαλ τρόπο μια χιλιοπαιγμένη ομοφοβική επίθεση τέτοιου τύπου στον δρόμο, τι να πούμε για τις τρανς συντρόφισσές μας, τα νεαρά κουήρια, τους μετανάστες ή/και τα άτομα που ασκούν σεξεργασία.
Είμαστε καλά και ήρεμες επί προσωπικού.
Αλλά η συλλογική μας οργή θα ξεχειλίζει όσο η ύπαρξη και μόνο στον δημόσιο χώρο, όλων των κουήρ υποκειμένων, τίθεται υπό αμφισβήτηση και απειλή.
Ο λόγος που καταγράφουμε μια μικρή προσωπική εμπειρία στη συλλογική εμπειρία των πολλαπλών διακρίσεων σε βάρος όλων μας, είναι για να θυμόμαστε ότι όποιος δεν παίρνει θέση απέναντι σε όλα τα μέτωπα της επανοργάνωσης της ακροδεξιάς, αλλά διαλέγει μόνο κάποια από αυτά με όρους πολιτικών στρατηγικών, ψευδούς ιεράρχησης αναγκών ή κινηματικών συσχετισμών, έχει ευθύνη.
Για εμάς και τις κοινότητές μας το έργο είναι γνωστό, και η δύναμη θα βρίσκεται πάντα στις συλλογικές μας αντιστάσεις»
Μεσημέρι της 21ης Σεπτεμβρίου 2018. Οδός Γλάδστωνος, Ομόνοια. Ο Ζακ Κωστόπουλος, γκέι, οροθετικός, αγωνιστής για τα ανθρώπινα δικαιώματα, αρθρογράφος και ντραγκ περφόρμερ με το όνομα Zackie Oh, διακομίζεται νεκρός και δεμένος ακόμα με χειροπέδες από ασθενοφόρο του ΕΚΑΒ χωρίς προσπάθεια ανάνηψης, μετά από σειρά άγριων χτυπημάτων από 2 πολίτες και 8-9 αστυνομικούς, τους οποίους παρακολουθούσαν δεκάδες περαστικοί.
Ο Ζακ είχε ξεκινήσει να φωνάζει βοήθεια από την Πατησίων, πριν στρίψει στη Γλάδστωνος. Στη γωνία Πατησίων και Γλάδστωνος ο Ζακ προσπαθεί να εισέλθει στον φούρνο «Βενέτη» αλλά δεν του επιτράπηκε η είσοδος. Ζητώντας βοήθεια και ψάχνοντας καταφύγιο μπαίνει στο διπλανό κοσμηματοπωλείο. Εγκλωβίζεται. Βγαίνει στο πεζοδρόμιο μέσα από την τζαμαρία. Ακολουθεί ο ξυλοδαρμός του από τον ιδιοκτήτη του κοσμηματοπωλείου, Ευάγγελο Δημόπουλο, και τον Θάνο Χορταριά, ιδιοκτήτη μεσιτικού γραφείου στη γειτονιά και γνωστό για τη σχέση του (μέλος και εκπρόσωπος τύπου) με την εθνικιστική οργάνωση «Πατριωτικό Μέτωπο».
Τον ξυλοκοπούν, με κλωτσιές, μέχρι που καταρρέει αιμόφυρτος, ανάμεσα στα σπασμένα γυαλιά της προθήκης. Οι περισσότεροι περαστικοί παρακολουθούν την επίθεση αμέτοχοι μέχρι την κατάρρευση του ενώ μόνο δύο άτομα προσπαθούν να σταματήσουν την επίθεση των Χορταριά και Δημόπουλου και ένα άτομο καλεί το ΕΚΑΒ. Μάλιστα, πολλοί από αυτούς που κατέγραψαν την δολοφονία δεν άργησαν να πουλήσουν τα βίντεο σε διάφορα καθεστωτικά μέσα, επιτρέποντάς τους να συνεχίσουν ανενόχλητοι την θανατοπολιτική τους. Στο σημείο φτάνουν τουλάχιστον 8 αστυνομικοί. Κατά την επέμβασή τους, ξυλοκοπούν και αυτοί, τον ήδη τραυματισμένο και πεσμένο στο έδαφος, Ζακ. Ακόμη, σαφή εμπλοκή είχε και ένας άνδρας με κίτρινη μπλούζα που φαίνεται να είναι πολύ κοντά στους αστυνομικούς κατά τη διάρκεια της επίθεσης και να τους μιλάει.
Μετά τη δολοφονία, σειρά παίρνουν τα ΜΜΕ, τα οποία του επιρρίπτουν ο,τι θεωρείται μεμπτό από το κυρίαρχο αφήγημα προκειμένου να κανονικοποίησουν τη τέλεση εγκλημάτων σε βάρος αυτών που φέρουν αυτά τα χαρακτηριστικά, που κρίνονται εν ολίγοις επικίνδυνα για τη «δημόσια τάξη και ασφάλεια». Ισχυρισμοί περί κλοπής, επήρειας ναρκωτικών και άλλες λοιδορίες καταπίπτουν αμέσως. Δεν υπάρχουν πουθενά μέσα στο κατάστημα δακτυλικά αποτυπώματά του Ζακ, ούτε στην ταμειακή, ούτε σε κοσμήματα. Δεν βρέθηκαν ίχνη ναρκωτικών ουσιών σε καμία από τις εξετάσεις που ακολούθησαν. Το μόνο που βρέθηκε, ήταν τα δακτυλικά αποτυπώματα του μεσίτη πάνω σε μαχαίρι με το αίμα τηςZackie.
Κράτος, ΜΜΕ και δικαστική αρχή είναι υπεύθυνοι για τη δολοφονία του Ζακ μετατρέποντας τον, επιπλέον, από θύμα σε θύτη, καλύπτοντας τους φυσικούς και ηθικούς αυτουργούς της δολοφονίας του. Είναι γνωστό ότι οι θύτες έμφυλης και ρατσιστικής βίας αντιμετωπίζονται ανάλογα με το ταξικό και φυλετικό τους προφίλ. Τα ΜΜΕ προσπάθησαν να δικαιολογήσουν ηθικά τους «ευυπόληπτους» δολοφόνους τοποθετώντας τους σε θέση άμυνας απέναντι στο «επικίνδυνο περιθωριακό στοιχείο», καθώς παρουσίαζαν εμμονικά τον Ζακ ως «ληστή» και «πρεζάκι» για να κανονικοποιήσουν τη δολοφονία στη συνείδηση του κάθε Έλληνα νοικοκυραίου.
Ακόμη όμως και αν ήταν ληστής και «πρεζάκι» ποιος νομιμοποιεί το βασανισμό και τοθάνατο του; Για μια φορά ακόμη έγινε φανερός ο ταξικός και εθνικοφυλετικός χαρακτήρας της δικαιοσύνης, καθώς αν οι θύτες ήταν μετανάστες και φτωχοί θα καταδικάζονταν αμέσως και με μεγαλύτερες ποινές, όπως έχουμε δει να συμβαίνει επανειλημμένα. Είναι ακόμη γεγονός, πως οι μπάτσοι που έλαβαν εντολή από τον καταστηματάρχη να τελειώσουν τη δολοφονία, δεν καταδικάστηκαν ποτέ.
Το προφίλ του Ζακ σκιαγραφήθηκε από τα ΜΜΕ με τέτοιο τρόπο ώστε να δίνεται έμφαση στην εικόνα του περιθωριακού χρήστη ουσιών, ενισχύοντας έτσι ακόμα παραπάνω τη βία της τοξικοφοβίας και της απαξίωσης των χρηστών. Τη δολοφονία της Zackie τη συνέχισαν μετά θάνατον μπάτσοι και ΜΜΕ, με την επιδεικτική τους άρνηση να διερευνήσουν περαιτέρω και με διαφάνεια την υπόθεση, ώστε να βρεθούν όλοι οι ένοχοι. Οι μεθοδευμένες προσπάθειες τους επιτυγχάνουν, με μεγάλο μέρος της κοινωνίας να στέκεται με απάθεια απέναντι σε ανάλογες εκφάνσεις του φασισμού ή ακόμα και να προχωρά σε ρητορική μίσους, αφενός προς υπεράσπιση του κοσμηματοπώλη, και αφετέρου νομιμοποιώντας τη τέλεση ειδεχθών εγκλημάτων για τη προστασία της ιδιοκτησίας από κάθε «αποκλίνον και παραβατικό στοιχείο».
Μέσα στη σύνθεση ενός δημόσιου χώρου που δεν χωρά οτιδήποτε περιθωριακό και «άλλο», τα υποκείμενα που φέρουν πολλαπλές ταυτότητες καταπίεσης εκτοπίζονται, αορατοποιούνται και αντιμετωπίζονται ως σώματα χωρίς αξία. Ο εξευγενισμός περιφράσσει και αποστειρώνει τις πόλεις μας προφυλάσσοντας το κέρδος και την ιδιοκτησία, ενώ, την ίδια στιγμή, η έννοια της ιδιοκτησίας και η προσπάθεια διαφύλαξης της είναι αυτές που διαμορφώνουν τις συνθήκες της εξατομίκευσης και γεννούν τη βία απέναντι σε οτιδήποτε διαφέρει και το οποίο αυτόματα θεωρείται απειλή.
Ζούμε σε ένα κράτος που εφαρμόζει θανατοπολιτικές, καθώς οτιδήποτε βγαίνει εκτός του κυρίαρχου αφηγήματος αναπαραγωγής του έθνους και του καπιταλισμού θεωρείται αυτόματα επικίνδυνο και κατηγοριοποιείται ως «μη κανονικό». Έτσι, σώματα φτωχά, μη λευκά, κουήρ, που δέχονται έμφυλες διακρίσεις ή/και τοξικοεξαρτημένα συχνά αντιμετωπίζονται ως άτομα που δεν αξίζουν να έχουν θέση στο δημόσιο χώρο και μερικές φορές ακόμα και να ζουν. Είτε απλά προσπαθούν να ζήσουν μια «φυσιολογική» ζωή, είτε προβαίνουν σε πράξεις αντίδρασης και αντίστασης κατά της βίας που δέχονται, θεωρούνται απειλή και διώκονται από τη φασίζουσα κανονικότητα της ελληνικής πραγματικότητας.
Παρόλα αυτά, το κυρίαρχο αφήγημα μπορεί να αλλάζει κάθε φορά, υπηρετώντας τα συμφέροντα για την εδραίωση και διαιώνιση του καπιταλισμού με αποτέλεσμα, οτιδήποτε μπορεί να παράγει «αξία» και να φέρει κέρδος να νοείται ως σημαντικό. Με άλλα λόγια, το νεοφιλελεύθερο σύστημα εργαλειοποιεί τα κουήρ βιώματα είτε με την ελάχιστη θεσμική συμπερίληψη, είτε με την κοινωνικοοικονομική αφομοίωση με στόχο την αποπολιτικοποίηση, την αποδυνάμωση του κουήρ κινήματος και τον έλεγχο των σωμάτων μας στα πλαίσια της συμμόρφωσης με τα κυρίαρχα εθνικοκαπιταλιστικά-πατριαρχικάπρότυπα.
Μαθαίνουμε τα σώματα μας να γίνονται αποδεκτά μόνο μέσα από την ύπαρξη με έναν πολύ συγκεκριμένο τρόπο που δεν προκαλεί, δεν παρεκλίνει, αλλά παράγει, καταναλώνει και διαιωνίζει θεσμούς και μέσα καταπίεσης, όπως η οικογένεια, το έθνος και η εξουσία -με όλες τις εκφάνσεις της. Μέσω του κοινωνικού εκφασισμού, το μίσος διαχέεται γρήγορα στο κοινωνικό σώμα και φτάνει στο σημείο να απειλεί το ζωτικό μας χώρο, με μεγάλο μέρος της κοινωνίας να αδρανεί και να σιωπεί απέναντι του, δίνοντας του ακόμη περισσότερο χώρο για καταπίεση, βία και θάνατο. Αυτό φάνηκε και στην επίθεση που πραγματοποιήθηκε τον Μάρτη του 2024 στην πλατεία Αριστοτέλους όπου δύο queer άτομα δέχθηκαν επίθεση από όχλο. Θα ελπίζαμε τόσα χρόνια μετά τη δολοφονία της Zackie ότι τα πράματα θα άλλαζαν προς μία κατεύθυνση αποδοχής της διαφορετικότητες, βλέπουμε όμως ότι οι ίδιες λογικές που οδήγησαν στη δολοφονία της Zackie, θρέφουν επιθέσεις και στο σήμερα, με μία εξ αυτών τον άγριο ξυλοδαρμό τρανς γυναίκας και του φίλου της από τρανσφοβικό ταξιτζή τον περασμένο Σεπτέμβρη.
Για όλους τους παραπάνω λόγους, είναι σημαντικό να μην σταματήσουμε να μιλάμε για τη Zackie, τον Φύσσα, την Άννα, τον Φραγκούλη, τον Σαμπάνη, τον Λουκμάν, τον Μάγγο, τον Μανιουδάκη, τον Καρυώτη και όλες τις αδερφές μας που δολοφονήθηκαν από το χέρι της πατριαρχίας, του φασισμού και του ρατσισμού.
Ο δημόσιος χώρος δεν είναι μοιρασμένος για όλες και σε όλα το ίδιο. Θηλυκότητες, αγωνίστριες, μετανάστριες, εργάτριες, ρομά, κουήρ, φτωχές, σεξεργάτριες, οροθετικές ζούμε στο φόβο και την επισφάλεια, δεχόμαστε διαρκή υποτίμηση και βία.
Τα κουήρ άτομα αγωνιζόμαστε χρόνια για την ουσιαστική ορατότητα μας στον δημόσιο χώρο και χρόνο, αναζητούμε μαζί μέσα από τη συντροφικότητα και το πένθος τρόπους ύπαρξης και διεκδίκησης.
Το συλλογικό μας τραύμα, η οργή και η ανάγκη μας για διαρκή αντίσταση με σκοπό να ζήσουμε μια αξιοπρεπή και ελεύθερη ζωή είναι αυτό που μας ενώνει και κάνει τους αγώνες μας απειλές για τους καταπιεστές μας.
Η (ΕΤΕΡΟ)ΚΑΝΟΝΙΚΟΤΗΤΑ ΜΕ ΑΙΜΑ ΕΙΝΑΙ ΒΑΜΜΕΝΗ
ΠΕΡΠΑΤΑΜΕ ΜΑΖΙ ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΕ ΚΑΘΕ ΜΟΡΦΗ ΕΜΦΥΛΗΣ, ΡΑΤΣΙΣΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΚΑΝΟΝΙΚΟΠΟΙΗΜΕΝΗΣ ΒΙΑΣ
ΟΡΓΗ ΚΑΙ ΘΛΙΨΗ Η ZACKIEΘΑ ΜΑΣ ΛΕΙΨΕΙ
ΟΛΕΣ/ΟΛΑ/ΟΛΟΙ ΚΥΡΙΑΚΗ 21/09 ΣΤΙΣ 19.00 ΣΤΟ ΑΓ. ΒΕΝΙΖΕΛΟΥ
Τα τελευταία χρόνια έχουμε γίνει μάρτυρες εκατοντάδων δολοφονιών μεταναστών/ τριών από τον φράχτη του Έβρου με τις βίαιες επαναπροωθήσεις που λαμβάνουν χώρα σε καθημερινή βάση από το ελληνικό κράτος, ως τα ναυάγια στο Αιγαίο με αποκορύφωμα το έγκλημα στην Πύλο όπου πέθαναν πάνω από 600 μετανάστριες/ες που προσπαθούσαν να φτάσουν στη χώρα. Στο παρόν κείμενο θα καταπιαστούμε με τις συνθήκες που καλείται να αντιμετωπίσει κάποιο άτομο στον ελλαδικό χώρο λόγω της μεταναστευτικής του ταυτότητας, καθώς και τις επιπλέον καταπιέσεις που βιώνουν οι μετανάστριες λόγω της έμφυλης ταυτότητάς τους.
Αρχικά είναι απαραίτητες κάποιες διευκρινίσεις. Μπορεί ο όρος «μετανάστης» να είναι διευρυμένος και να αφορά όσα άτομα έχουν αφήσει τον τόπο καταγωγής τους στην αναζήτηση ενός καλύτερου αύριο, η ζωή όμως που βιώνει κάθε μετανάστης είναι πάρα πολύ διαφορετική ανάλογα με την καταγωγή του, τη θρησκεία, το φύλο, την οικονομική κατάσταση, ενώ ένας ακόμα σημαντικός διαχωρισμός είναι το αν έχουν ή όχι χαρτιά. Οι διαφορετικές συνθήκες που έχουν να αντιμετωπίσουν με βάση τα παραπάνω χαρακτηριστικά οφείλονται από τη μία στο θεσμικό ρατσισμό που επιβάλλεται από το κράτος (πχ μέσω της στέρησης στοιχειωδών δικαιωμάτων όπως πρόσβαση σε νόμιμη εργασία, περίθαλψη, εκπαίδευση, δικαιοσύνη, ελευθερία) και από την άλλη στον κοινωνικό ρατσισμό που δημιουργεί περιβάλλον αποκλεισμού, περιθωριοποίησης και αορατότητας. Ο δεύτερος είναι εντονότερος όσα περισσότερα χαρακτηριστικά απόκλισης εμφανίζει κάποιος/α (για αυτό και όταν ξεκίνησε ο πόλεμος στην Ουκρανία ακούγαμε δημοσιογράφους με περίσσιο θράσος να λένε ότι είναι διαφορετικοί οι ξανθοί γαλανομάτηδες Ουκρανοί μετανάστες απ’ ότι οι «σκουρόχρωμοι» μουσουλμάνοι της ανατολής).
Από το κράτος γίνεται επιπλέον η προσπάθεια διάκρισης των μεταναστριών σε «καλούς» και «κακούς» ακολουθώντας την πάγια τακτική του διαίρει και βασίλευε με πιο συχνό τον διαχωρισμό σε «πρόσφυγες» και «μετανάστες», δηλαδή μεταξύ αυτών στους οποίους αναγνωρίζεται το δικαίωμα να μεταναστεύσουν λόγω των συνθηκών που επικρατούσαν στον τόπο προέλευσής τους και σε αυτούς που δεν αναγνωρίζεται.
Στην πραγματικότητα όμως τα ίδια τα κράτη που επιβάλλουν αυτούς τους διαχωρισμούς είναι αυτά που σε συνδυασμό με την προσπάθεια του κεφαλαίου να αυξήσει την κερδοφορία του, δημιουργούν τις αιτίες της μετανάστευσης κηρύσσοντας πολέμους, εφαρμόζοντας αποικιοκρατικές πολιτικές, στηρίζοντας απολυταρχικά καθεστώτα, ή επιβάλλοντας ακραίες συνθήκες φτώχιας. Οι μετανάστες/τριες που προσπαθούν να εισέλθουν στην Ε.Ε. μέσω της Ελλάδας βρίσκονται αντιμέτωποι με κοινές περιπολίες εθνικού στρατού και Frontex που με τις ενέργειές τους για την «προστασία των συνόρων» από την είσοδο των μεταναστών/στριών , έχουν οδηγήσει σε θάνατο έναν τρομακτικό αριθμό εξ αυτών. Όσοι/ες καταφέρουν να εισέλθουν στην ελληνική επικράτεια εγκλωβίζονται σε αυτήν και έρχονται αντιμέτωποι/ες με τη διαχείριση που τους επιφυλάσσεται. Η Ελλάδα λειτουργεί ως αποθήκη του πλεονάζοντος εργατικού δυναμικού – μεταναστών και η ΕΕ με τη σειρά. Γι’ αυτό και κρατάει το μεγαλύτερο κομμάτι εξ αυτών σε καθεστώς παρανομίας, ενώ χτυπάει με μεγάλη σφοδρότητα όσους επιλέγουν να πάρουν τις ζωές τους στα χέρια τους ή να αγωνιστούν.
Μετανάστριες εργάτριες
Η μαύρη κακοπληρωμένη εργασία για τις μετανάστριες που ζουν στον ελλαδικό χώρο είναι δυστυχώς δεδομένη. Όταν οι μετανάστριες δεν έχουν νόμιμα έγγραφα για την παραμονή τους στη χώρα, τότε είναι αδύνατον να βρουν μια δουλειά στην οποία θα έχουν τις νόμιμες απολαβές καθώς και ασφάλιση. Αυτό συμφέρει τα αφεντικά που εκμεταλλεύονται αυτή τη συνθήκη και χρησιμοποιούν το φθηνό μεταναστευτικό εργατικό δυναμικό για ακόμη περισσότερα κέρδη. Σε μια χώρα όπου οι μετανάστριες είναι τυπικά αόρατες για τον κρατικό μηχανισμό, τις εκθέτει άμεσα σε μια συνθήκη εργασιακής εκμετάλλευσης. Δεκάδες εργοστάσια, μαγαζιά εστίασης, βιομηχανίες και χωράφια στελεχώνονται με μετανάστες και μετανάστριες χωρίς χαρτιά, χωρίς ασφάλιση και με πενιχρούς μισθούς. Η ανάγκη για επιβίωση δεν τους αφήνει περιθώρια για διεκδίκηση καλύτερων εργασιακών συνθηκών.
Σ’ αυτό το σημείο αξίζει να σημειωθεί η κρατική ευθύνη πάνω σε αυτή τη συνθήκη. Το κράτος δεν νομιμοποιεί τις μετανάστριες, αλλά τις δαιμονοποιεί λέγοντας πως έρχονται σε μια χώρα που δεν υπάρχουν δουλειές γι’ αυτές, δεν υπάρχουν τρόποι επιβίωσης και είτε τις φυλακίζει σε καμπ είτε τις πνίγει στο Αιγαίο με συνεχόμενα pushbacks. Είναι το ίδιο το κράτος και οι μηχανισμοί του από την άλλη που κάνουν τα στραβά μάτια στα μεγαλοαφεντικά που εκμεταλλεύονται την εργατική δύναμη των μεταναστριών εξυπηρετώντας τα συμφέροντα των κοινωνικά και ταξικά ανώτερων.
Ας μην ξεχνάμε τον θεσμικό ρατσισμό, ο οποίος με νομοθετικές πράξεις κάνει την ζωή των μετανατριών δυσκολότερη. Συγκεκριμένα ο Νόμος 4387/2016 που ψηφίστηκε από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ/ΑΝΕΛ καταργεί την χορήγηση της ελάχιστης σύνταξης σε όλες/όλους τις/τους ασφαλισμένες/ους ντόπιες/ους και μετανάστ(ρι) ες μετά από 15χρόνια εργασίας, και συνδέει το πλήρες ποσό της εθνικής σύνταξης με 20χρόνια εργασίας και 40 χρόνια νόμιμης και μόνιμης παραμονής στην χώρα.
Υπάρχουν συγκεκριμένα κάποια επαγγέλματα που εκτελούνται κυρίως από γυναίκες μετανάστριες. Αυτά είναι τα επαγγέλματα φροντίδας ηλικιωμένων, παιδιών αλλά και όλων των οικιακών εργασιών, επαγγέλματα τα οποία εκτελούσαν αμισθί εδώ και δεκάδες χρόνια οι θηλυκές μορφές μιας οικογένειας είτε ήταν οι μητέρες είτε οι κόρες. Από τη στιγμή που οι γυναίκες βγήκαν στην αγορά εργασίας και εργάζονται και εκτός σπιτιού, δημιουργήθηκε η ανάγκη να καλυφθούν οι ανάγκες αυτές από άλλα άτομα. Ως επι το πλείστον μιλάμε για μαύρη και κακοπληρωμένη δουλειά, η οποία έχει πολύ μεγάλη σωματική και ψυχολογική κούραση. Συνήθως γυναίκες μεσήλικες καλούνται να καλύψουν αυτές τις θέσεις, διότι πουθενά αλλού δεν μπορούν να βρουν δουλειά και πάνω σε αυτή την επισφάλεια πατούν οι εργοδότες τους. Οι δομές φροντίδας ηλικιωμένων στη χώρα μας είναι ελάχιστες και συνήθως υποστελεχωμένες, οπότε οι οικογένειες επιλέγουν τη λύση του να «πάρουν μια γυναίκα» να προσέχει τον παππού ή τη γιαγιά, οι οποίοι συνήθως είναι σε αρκετά δύσκολη κατάσταση και πιθανά κλινήρης. Επίσης , οι βρεφονηπιακοί σταθμοί είναι επίσης ελάχιστοι και υποστελεχωμένοι, άρα πάλι η λύση βρίσκεται στο να προσλάβει η οικογένεια μια «γυναίκα» για τη φροντίδα των παιδιών τους.
Μετανάστριες σε camps
Οι συνθήκες που καλείται να αντιμετωπίσει η κάθε μετανάστρια στον ελλαδικό χώρο διαφέρουν. Από το εάν είναι «νόμιμη», με χαρτιά ή χωρίς, με βάση τη χώρα καταγωγής της, τη θρησκεία της, τη φυλή της, την σεξουαλικότητα της και την οικονομική κατάσταση της. Αντιλαμβανόμαστε όμως ανάμεσα στα πιο καταπιεσμένα υποκείμενα χωρίς καμία αμφιβολία τις μετανάστριες οι οποίες είναι εγκλωβισμένες στα camps.
Στην περίπτωση αυτή δεν μιλάμε μόνο για πολλαπλές καταπιέσεις, όπως στην περίπτωση των υπόλοιπων μεταναστριών, αλλά μιλάμε για άτομα που στερούνται στοιχειώδη όρους διαβίωσης. Πρώτο και κυριότερο στερούνται την ελευθερία τους, καθώς είναι έγκλειστες με καθημερινό έλεγχο και επιτήρηση. Αναγνωρίζεται ως μοναδική ταυτότητα τους αυτή της μετανάστριας, αγνοώντας όλα τα επιπλέον χαρακτηριστικά τους, οι ικανότητες τους, τα όνειρα τους, οι στόχοι τους και ότι είναι πολλά περισσότερα από έναν άνθρωπο που έχει βρεθεί σε μια άλλη χώρα χωρίς χαρτιά.
Σαν να μην φτάνει ο εγκλεισμός που βιώνουν, οι συνθήκες διαβίωσης τους είναι απάνθρωπες. Στερούνται στέγης, ζούνε στοιβαγμένα σε ανθρωποαποθήκες που ο πληθυσμός τους υπερβαίνει κατά πολύ τα όρια χωρητικότητας σύμφωνα με τα προβλεπόμενα. Στερούνται τροφής, σε καθημερινή βάση θα πρέπει να περιμένουν για ώρες σε ουρές για να μπορέσουν να εξασφαλίσουν ένα πιάτο φαγητό αμφίβολης ποιότητας και ποσότητας. Στερούνται ήδη υγιεινής και καθαριότητας, καθώς και ιατρικής φροντίδας. Μόνο σε πολύ σοβαρές καταστάσεις έχουν την απαραίτητη περίθαλψη, τα ραντεβού με τους γιατρούς αργούν, αναβάλλονται, πολλές φορές η αντιμετώπιση δεν είναι η αναμενόμενη. Η κατάσταση αυτή χειροτέρεψε από τον Covid και έπειτα όπου ήταν παρατημένες στη μοίρα τους χωρίς κανένα μέτρο πρόληψης ή καταπολέμησης οποιασδήποτε αρρώστιας. Το αποκορύφωμα ήταν οι ακυρώσεις εκτρώσεων λόγω απαγόρευσης χειρουργείων εξαιτίας του ιού, με πολλές μετανάστριες να αναγκάζονται να κυοφορούν αλλά και να γεννούν σε άθλιες συνθήκες. Πολλές φορές αντιμετωπίζουν δυσκολίες λόγο της αβεβαιότητας του ρόλου του κάθε υπεύθυνου φορέα, με αποτέλεσμα να υπάρχουν καθυστερήσεις στις παραπομπές, παραβιάσεις απορρήτου ή έλλειψη ειδικών διαδικασιών ή εξειδικευμένης υποστήριξης σε περιπτώσεις θυμάτων έμφυλης βίας.
Οι μετανάστριες που ζούνε στα camps είναι αόρατες τόσο για το κράτος που έχει επιλέξει τη θανατοπολιτική, όσο και για το σύνολο της κοινωνίας. Από τη μια είναι η υλική στέρηση των πολύ βασικών αναγκών, από την άλλη η απειλή που βιώνουν οι θηλυκότητες στα camps είναι πολύ μεγαλύτερη. Μέσα σ’ αυτά κατανοούμε ότι η συμβίωση τους με άντρες γαλουχημένους σε βαθιά πατριαρχικές κοινωνίες δεν είναι διόλου εύκολη. Δεν είναι λίγες οι αναφορές σε παραβιάστηκες συμπεριφορές ή κακοποίηση τους από τους συντρόφους τους, τους συγκρατούμενους τους ή ακόμα και από τους φύλακες, χωρίς στην ουσία να έχουν κάπου να απευθυνθούν για να ζητήσουν βοήθεια και τις φωνές τους να μην ακούγονται. Οι συνθήκες υπερσυντονισμού στα καμπς το καθιστούν σχεδόν αδύνατο να εντοπιστούν επιζώσες έμφυλης βίας, αλλά και να εντοπιστούν, έρχονται αντιμέτωπες με μη επαρκή εξειδικευμένη υποστήριξη, έλλειψης διερμηνείας στις υπηρεσίες, με ανεπαρκή αριθμό προσωπικού ή/και μη επαρκώς εκπαιδευμένο προσωπικό, όπως επίσης και έλλειψη παροχής νομικής βοήθειας.
Ακόμα και εάν κάποια καταφέρει να έχει το «προνόμιο» να ζει σε διαμέρισμα και όχι σε καμπ, που συγκριτικά ίσως είναι σε καλύτερη μοίρα, ωστόσο δεν παύει να είναι εγκλωβισμένη αυτή τη φορά σε ένα σπίτι χωρίς να μπορεί με κάποιο τρόπο να ενταχθεί στο κοινωνικό σύνολο αφού δεν υπάρχει δυνατότητα για εκπαίδευση, εργασία, κοινωνικές δραστηριότητες και συναναστροφή.
Μετανάστριες επιζώσες trafficking
Η εμπορία ανθρώπων, μια οδυνηρή εκδήλωση σύγχρονης δουλείας, οργανωμένου εγκλήματος, παρανομοποιημένης μετανάστευσης και σοβαρής παραβίασης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, συνεχίζει να εξαπλώνεται παγκοσμίως. Ένα διεθνικό οργανωμένο έγκλημα. Μια αποτρόπαια παραβίαση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Στον περίπλοκο ιστό των μεταναστευτικών οδών προς την Ευρώπη, η Ελλάδα αποτελεί κομβικό σταυροδρόμι, μια θέση που δίνει χώρο στην έξαρση της εμπορίας ανθρώπων. Ένας σημαντικός παράγοντας που συμβάλλει στην επικράτηση των θηλυκοτήτων, των queer ατόμων και των παιδιών θυμάτων στην εμπορία ανθρώπων είναι το βαθιά ριζωμένο σύστημα πατριαρχίας και ανισότητας των φύλων που εξακολουθεί να υφίσταται σε πολλές κοινωνίες, συμπεριλαμβανομένων εκείνων από τις οποίες προέρχονται οι μετανάστριες. Η πατριαρχία, μια κοινωνική δομή στην οποία οι άνδρες κατέχουν την πρωταρχική εξουσία και οι θηλυκότητες βρίσκονται συστηματικά σε μειονεκτική θέση, διαιωνίζει τις διακρίσεις και τη βία με βάση το φύλο, καθιστώντας τις θηλυκότητες, τα queer άτομα και τα παιδιά πιο ευάλωτα στην εκμετάλλευση.
Οι πατριαρχικές νόρμες υποβιβάζουν τις θηλυκότητες και τα queer άτομα σε υποδεέστερους ρόλους, περιορίζουν την πρόσβασή τους στην εκπαίδευση και τις οικονομικές ευκαιρίες και υπονομεύουν την δυνατότητά τους να κάνουν αυτόνομες επιλογές. Αυτή η ανισότητα με βάση το φύλο επεκτείνεται και στα μεταναστευτικά πρότυπα, καθώς τα άτομα από κοινωνίες στις οποίες ο πατριαρχικός κλοιός είναι ακόμη πιο ασφυκτικός μπορεί να βιώνουν έλλειψη οικογενειακής υποστήριξης όταν αναζητούν ευκαιρίες στο εξωτερικό. Αυτή η έλλειψη υποστήριξης μπορεί να τα καταστήσει πιο ευάλωτα στους διακινητές που εκμεταλλεύονται την απελπισία τους για μια καλύτερη ζωή.
Επιπλέον, στις πατριαρχικές κοινωνίες η βία κατά των θηλυκοτήτων και των queer ατόμων γίνεται ανεκτή, “κανονικοποιώντας” την κακοποίηση και αποσιωπώντας τα θύματα. Αυτή η κανονικοποιημένη βία ενισχύει την ευαλωτότητα τους και σε πολλές περιπτώσεις, παρατείνει το να υπομένουν σκληρές συνθήκες αντί να διακινδυνεύσουν να επιστρέψουν στο καταπιεστικό περιβάλλον της πατρίδας τους. Το μοτίβο αυτό επιδεινώνεται όταν τα άτομα έχουν περιορισμένη πρόσβαση σε νομική προστασία ή σε συστήματα κοινωνικής υποστήριξης τόσο στις χώρες καταγωγής τους όσο και στις χώρες προορισμού. Τα υψηλά ποσοστά ανεργίας, οι περιορισμένες εκπαιδευτικές ευκαιρίες, οι ανεπαρκείς δομές κοινωνικής πρόνοιας και η έλλειψη οικογενειακής υποστήριξης για τις θηλυκότητες και τα queer άτομα στις πατριαρχικές κοινωνίες έχουν αναγνωριστεί ως αλληλένδετοι διαρθρωτικοί παράγοντες που διαιωνίζουν άμεσα τη φτώχεια.
Οι αντιμεταναστευτικές πολιτικές, που συχνά επηρεάζονται από τους διαδιδόμενους μύθους που παρουσιάζουν τους μετανάστες ως “απειλή για την εθνική ασφάλεια”, επιδεινώνουν το ζήτημα. Οι πολιτικές και οι προκαταλήψεις στο πλαίσιο των μεταναστευτικών συστημάτων συμβάλλουν στην εμπορία ανθρώπων, επιτρέποντας στους διακινητές να εκμεταλλεύονται τα τρωτά σημεία των μεταναστών.
Ο αγώνας κατά της εμπορίας ανθρώπων περιπλέκεται περαιτέρω από εσωτερικές προκλήσεις, συμπεριλαμβανομένης της ύπαρξης της Μαφίας της Ελληνικής Αστυνομίας, ενός εγκληματικού δικτύου εντός του μηχανισμού επιβολής του νόμου. Η παρουσία της Μαφίας της Ελληνικής Αστυνομίας εμποδίζει τις προσπάθειες καταπολέμησης της εμπορίας ανθρώπων, καθώς έχει διαπιστωθεί ότι τα μέλη της εμπλέκονται άμεσα σε διεφθαρμένες δραστηριότητες, όπως εκβιασμοί, δωροδοκία και συνεργασία με διακινητές.Αυτή η εσωτερική διαφθορά επιτείνει την ευαλωτότητα των μεταναστριών και επιτρέπει στους διακινητές να δρουν με σχετική ατιμωρησία, καθώς συχνά διατηρούν σχέσεις με διεφθαρμένους αστυνομικούς που τους προειδοποιούν για επικείμενες καταστολές ή τους βοηθούν στην παράκαμψη του νόμου.
Η ενοχοποίηση των θυμάτων αποτελεί επίσης κομβικό ζήτημα στο πεδίο της εμπορίας ανθρώπων. Τα επιζώντα εμπορίας ανθρώπων αντιμετωπίζουν μεγάλη δυσκολία κατά την προσπάθεια επανένταξης τους στην κοινωνία, βιώνοντας εξοστρακισμό και κοινωνικές προκαταλήψεις. Αυτός ο κοινωνικός και συναισθηματικός εξοστρακισμός αυξάνει σημαντικά την ευαλωτότητα των θυμάτων, οδηγώντας σε συνθήκες επανατραυματισμού.
Είναι σημαντικό να αλλάξει ριζικά ο τρόπος που η κοινωνία αντιλαμβάνεται τα θύματα trafficking ώστε να μην στιγματίζονται και να τους παρέχεται η προστασία που χρειάζονται. Είναι σημαντικό οι πατριαρχικές και ρατσιστικές αντιλήψεις να εκριζωθούν από την κοινωνία και να υπάρξει η κατάλληλη αντιμετώπιση, προστασία και στήριξη των επιζώντων. Δεν υπάρχουν θύματα που “συναινούν”, ούτε θύματα που “τα ήθελαν και τα έπαθαν”.
Καθώς οι σκιές της σεξουαλικής διακίνησης και εμπορίας ανθρώπων προβάλλουν μεγάλες πάνω από την Ελλάδα, η αντιμετώπιση των βαθύτερων αιτιών είναι επιτακτική. Η καταπολέμηση των πατριαρχικών και ρατσιστικών στερεοτύπων, η αναγνώριση του εγγενούς εξουσιαστικού χαρακτήρα του συστήματος επιβολής του νόμου επάνω στα σώματά μας και η αναγνώριση της διασύνδεσης τους με την εμπορία ανθρώπων οφείλουν να αποτελούν πυλώνα του αγώνα μας.
Καμία ανοχή στην ελαστική, μαύρη και απλήρωτη εργασία.
Να τσακίσουμε την πατριαρχία που θρέφει τα κυκλώματα trafficking και γεννά την έμφυλη βία.
Να παλέψουμε για την κατάργηση των συνόρων.
Να δοθούν άμεσα χαρτιά και ίσα δικαιώματα για εκπαίδευση- υγεία- εργασία σε όλες τις μετανάστριες.
Να παλέψουμε για μια κοινωνία χωρίς διακρίσεις με βάση φύλο- φυλή- τάξη.
Τις τελευταίες εβδομάδες έχουμε ενημερωθεί ότι στην περιοχή Λαγκαδά στις αρχές Νεάπολης (κοντά στις δωδεκαόροφες) κυκλοφορεί τύπος που συστηματικά παραβιάζει και παρενοχλεί θηλυκότητες (πολλές εκ των οποίων ανήλικες) στα πάρκα, στους δρόμους και στις στάσεις αστικών της γειτονιάς. Έχουν γίνει γνωστά μια σειρά περιστατικών από catcalling (το γνωστό “ψιτ ψιτ”) και σεξιστικές βρισιές ως εκτόξευση απειλών για βιασμούς και σωματική βία. Το άτομο που πραγματοποιεί τα παραπάνω έχει καστανά μαλλιά και μάτια, μέτριο ανάστημα, πλατιά μύτη, συνήθως φοράει φόρμες και μαύρα αθλητικά, έχει ελαφριά προφορά και μιλάει ελληνικά και ρωσικά.
Οι σεξιστικές παρενοχλητικές/παραβιαστικές συμπεριφορές μπορούν να πάρουν πολλές μορφές. Από τα «κοπλιμέντα», τα «αθώα αστειάκια» και τα σφυρίγματα στο δρόμο, τα «κατά λάθος» αγγίγματα και τους επιδειξίες στα λεωφορεία, τους τύπους που μας ακολουθούν μετά το φροντιστήριο ως τα περιστατικά ενδοοικογενειακής βίας, τους βιασμούς και τις γυναικοκτονίες. Κανένα από αυτά τα περιστατικά δεν είναι ασήμαντο. Αντιθέτως, αποτελούν βασικό πυλώνα της πατριαρχίας. Όλα έχουν κοινή βάση την υποτίμηση των θηλυκών χαρακτηριστικών και την προσπάθεια επιβολής του προτύπου του μάτσο ανδρισμού. Τα σώματά μας καθώς και όποια συμπεριφορά μας βγαίνει από τα όρια της ετεροκανονικότητας γίνονται αντικείμενο χλευασμού και επιβολής.
Σε μία κοινωνία που μας μαθαίνει από τη γέννησή μας ότι πρέπει να εμπίπτουμε σε συγκεκριμένα καλούπια ανάλογα με το φύλο μας, που τα κορίτσια πρέπει να είμαστε φρόνιμα, φροντιστικά και ήσυχα, ενώ τα αγόρια πρέπει να παίζουν με όπλα και δεν πρέπει ποτέ να κλαίνε, σε μια κοινωνία που θεωρείται μαγκιά και ένδειξη αρρενωπότητας το να χτυπάς κάποιο άλλο άτομο και φλωριά το να αγκαλιάζεις, που θεωρεί ότι οι γυναίκες δε θα έπρεπε να παραπονιόμαστε γιατί έχουμε πλέον «ίσα δικαιώματα», είναι τόσο συχνές και κανονικοποιημένες κάποιες εικόνες που είναι εύκολο να αγνοηθούν και να μη γίνουν αντιληπτές ως αυτό που είναι: σεξιστικές/παρενοχλητικές/παραβιαστικές. Πόσο ίσα δικαιώματα έχουμε όμως όταν κάθε φορά που βγαίνουμε από το σπίτι μας μπορεί να υποστούμε κάποια από αυτές τις συμπεριφορές; Που μας λένε ότι αν δεχτούμε τέτοιες συμπεριφορές φταίμε κι από πάνω γιατί είναι δική μας ευθύνη να προσέχουμε τι φοράμε, πώς περπατάμε, τι ώρα γυρνάμε σπίτι μας.
Στις γειτονιές μας θέλουμε να κυκλοφορούμε ελεύθερες, ντυμένες όπως θέλουμε, ό,τι ώρα θέλουμε, με όποιο άτομο θέλουμε χωρίς φόβο και κλειδιά στο χέρι. Είναι πολύ σημαντικό να μη τα βλέπουμε όλα τα παραπάνω ως μικρά και αθώα, γιατί στα μικρά και καθημερινά είναι που χτίζονται οι νοοτροπίες που καταλήγουν στις χειρότερες μορφές έμφυλης βίας. Είναι σύνηθες όταν είμαστε μάρτυρες σε τέτοια περιστατικά να επικρατεί η νοοτροπία του: μην ασχολείσαι, κοίτα τη δουλειά σου, πού να μπλέκεις, θα ασχοληθεί κάποιος άλλος, είναι ιδέα μου κλπ.
Τα άτομα που διαπράττουν τέτοιες συμπεριφορές στηρίζονται ακριβώς σε αυτή την αδράνεια. Όταν επιτίθενται σε κάθε μία ξεχωριστά θεωρούν ότι τους παίρνει γιατί δε θα σταθεί κανείς μαζί της. Είναι ευθύνη όλων μας να δείξουμε έμπρακτα πως αυτό δεν ισχύει. Πως στις γειτονίες μας δε χωράνε τέτοιες συμπεριφορές. Πως κανένα άτομο δεν είναι μόνο του και ότι αν επιτεθεί σε μια θα μας βρει όλες απέναντί του.
Καμία ανοχή σε παρενοχλητικές/παραβιαστικές συμπεριφορές!
Να σπάσουμε το φόβο, την εξατομίκευση, το σεξισμό, τη ματσίλα, την πατριαρχία!
Ποτέ καμία μόνη/κανένα μόνο!
Πορεία γειτονιάς ενάντια σε παρενοχλητικές/παραβιαστικές συμπεριφορές